У нас вы можете посмотреть бесплатно Ο ΧΑΡΙΛΑΟΣ - Ο ΜΠΟΓΙΑΤΖΗΣ - ΚΕΦΑΛΙΑΝΟ ΣΥΡΤΟ 1939 или скачать в максимальном доступном качестве, видео которое было загружено на ютуб. Для загрузки выберите вариант из формы ниже:
Если кнопки скачивания не
загрузились
НАЖМИТЕ ЗДЕСЬ или обновите страницу
Если возникают проблемы со скачиванием видео, пожалуйста напишите в поддержку по адресу внизу
страницы.
Спасибо за использование сервиса ClipSaver.ru
O ΜΠΟΓΙΑΤΖΗΣ - ΚΕΦΑΛΙΑΝΟ ΣΥΡΤΟ, Χαρίλαος Πιπεράκης (λύρα & τραγ.) Liberty, 1939 «Ο Μπογιατζής» του Χαρίλαου Πιπεράκη : Ένα Τραγούδι για τον Έρωτα και το Παλιό Επάγγελμα της Βαφής Ρούχων. Ο Μπογιατζής και η Βαφή των Ρούχων στην Αμερική Στις αρχές του 20ού αιώνα, στην Αμερική υπήρχαν επαγγελματίες που εξειδικεύονταν στη βαφή ρούχων, γνωστοί ως dyers ή colorists. Αυτοί είτε εργάζονταν σε βιομηχανίες κλωστοϋφαντουργίας είτε διατηρούσαν μικρά καταστήματα όπου αναλάμβαναν να αλλάξουν το χρώμα των ενδυμάτων, προσφέροντας μια οικονομική λύση σε όσους δεν μπορούσαν να αγοράσουν καινούργια ρούχα. Αυτή η πρακτική ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στους μετανάστες, οι οποίοι συχνά επιδίωκαν να διατηρήσουν τα ρούχα τους σε καλή κατάσταση με χαμηλό κόστος. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο Χαρίλαος Πιπεράκης φαίνεται να εμπνεύστηκε από αυτή τη συνήθεια για να εκφράσει τον ερωτικό του πόνο στο τραγούδι «Ο Μπογιατζής». Μέσα από τους στίχους, περιγράφει την απόφασή του να βάψει μαύρα τα ρούχα του, ως έναν συμβολικό τρόπο να αποτυπώσει το πένθος και τη θλίψη που νιώθει για έναν χαμένο έρωτα. Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος δείχνει πώς η λαϊκή μουσική συχνά αντλεί έμπνευση από την καθημερινότητα και τα επαγγέλματα της εποχής. Ο Πιπεράκης, ζώντας μέσα στην ελληνική κοινότητα της Αμερικής, πιθανότατα είχε έρθει σε επαφή με τέτοιους τεχνίτες και αξιοποίησε αυτή την εικόνα για να δημιουργήσει έναν πρωτότυπο στίχο. Έτσι, «Ο Μπογιατζής» δεν είναι απλώς ένα τραγούδι για τον έρωτα. Είναι και μια ματιά σε μια ξεχασμένη πτυχή της μεταναστευτικής ζωής, όπου η τέχνη της βαφής ρούχων λειτουργεί ως ένας ποιητικός τρόπος για να αποδοθεί η συναισθηματική κατάσταση του πρωταγωνιστή. Αν και σήμερα το επάγγελμα των βαφέων ρούχων έχει σχεδόν εξαφανιστεί, το τραγούδι του Πιπεράκη διατηρεί ζωντανή αυτή τη μνήμη, προσφέροντας ένα μουσικό ντοκουμέντο μιας άλλης εποχής, όπου οι άνθρωποι έβρισκαν ακόμα και στα καθημερινά επαγγέλματα τρόπους να εκφράσουν τον πόνο και την αγάπη τους. Σύντομο βιογραφικό για τον Χαρίλαο Πιπεράκη από την εισήγηση του μουσικολόγου Βασίλη Μπιχάκη στο Β΄ Παγκόσμιο Συνέδριο Αποκορωνιωτών. Γεννήθηκε πιθανότατα την 19η Δεκεμβρίου του 1893 στο Ξηροστέρνι και πέθανε στις 22 Δεκεμβρίου του 1978 στην California των ΗΠΑ. Πήρε τα πρώτα μαθήματά του στη λύρα από τον Μαθιό Μαθιουδάκη που καταγόταν από το χωριό της μητέρας του, το Καλαμίτσι Αλεξάνδρου και εξασκούνταν στο καφενείο που διατηρούσε ο πατέρας του. “Δάσκαλοί” του υπήρξαν ακόμη ο Αγγανάς και ο Παληκαρογιάννης. Δεκατριών ετών πάει στο Ηράκλειο, στον μεγαλύτερό του αδερφό, όπου δουλεύει για δυο χρόνια ως μουσικός, εμπλουτίζει τις μουσικές του γνώσεις και τελειοποιεί τις μουσικές του ικανότητες. Το 1909 μεταναστεύει στην Αμερική. Με την επωνυμία “Παπαδάκης” ηχογραφεί για πρώτη φορά στις 78 στροφές το 1919 για την εταιρεία Victor τον “Συρτό Κρητικό” και τον “Συρτό Κισσαμίτικο”, οργανικές ηχογραφήσεις που θα επηρεάσουν με την τεχνοτροπία τους καταλυτικά το κρητικό μουσικό ύφος, όπως φαίνεται από τις επανεκτελέσεις αυτών αργότερα από τον Ανδρέα Ροδινό. Στη μετέπειτα πλούσια δισκογραφία του μέχρι το 1960, πολλές από τις ηχογραφήσεις της οποίας έγιναν στην εταιρεία δικής του ιδιοκτησίας, την Pharos, κυριαρχεί το προσωνύμιο “Χαρίλαος Κρητικός”. Στην Αμερική έρχεται σε επαφή με μουσικούς άλλων περιοχών του ελληνισμού αλλά και άλλων εθνικοτήτων και καθώς το κοινό του έχει ανάλογη σύνθεση διευρύνει το ρεπερτόριό του και ηχογραφεί πέρα από τα κρητικά, που και σε αυτά δίνει ένα χαρακτηριστικό προσωπικό ύφος, τραγούδια από όλες τις παραδόσεις που έχει έρθει σε επαφή. Καταπιάνεται με παραδοσιακά κομμάτια άλλων τοπικών μουσικών ιδιωμάτων του ελληνισμού, αστικά λαϊκά τραγούδια της Κρήτης και της Μικράς Ασίας αλλά και κομμάτια ξένων μουσικών πολιτισμών, από χορευτικά, σατυρικά μέχρι και βαριά ρεμπέτικα, επηρεασμένος από το ρεπερτόριο των καφέ αμάν. Ως ανήσυχο μουσικά πνεύμα εξελίσσει την τεχνική του στην λύρα και αποκτά άριστη γνώση του τουρκικού θεωρητικού συστήματος των μακάμ, αναφέροντας ο ίδιος σαν πηγή της γνώσης αυτής τον μεγάλο Τούρκο λυράρη, συνθέτη και διαμορφωτή του παιξίματος της πολίτικης λύρας αλλά και της νεότερης Τουρκικής αστικής μουσικής του 20ου αιώνα, Tanburi Cemil Bey, πιθανότατα μέσω μελέτης των ηχογραφήσεών του. Συνεργάζεται σε ζωντανές εμφανίσεις και δισκογραφικά με τους σπουδαιότερους Έλληνες μουσικούς της διασποράς, σαν τους λαγουτιέρηδες Γιώργο Γομπάκη και Επαμεινώνδα Ασημακόπουλο, τον κιθαρίστα Γιώργο Κατσαρό, τους τραγουδιστές Θεόδωρο Μυτιληναίο και Βιργινία Μαγγίδου καθώς και με ξένους, όπως τον επί σειρά ετών βασικό του συνεργάτη αρμένιο ουτίστα Marko Melkon Alemsherian, αφήνει πλούσιο δισκογραφικό έργο που εκτοξεύει την φήμη του, καταξιώνει τον ίδιο μουσικά και φέρει την προσωπική του σφραγίδα εκτελεστικά, τραγουδιστικά, ενορχηστρωτικά, στιχουργικά και συνθετικά. Παραδοσιακός μουσικός σύλλογος Αποκορώνου 'Ο ΧΑΡΙΛΑΟΣ' https://www.xarilaos.gr/index.php/el/ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΒΙΝΤΕΟ : ΚΟΥΡΚΟΥΝΑΚΗΣ ΚΩΣΤΑΣ